ξεψείριασμα

ξεψείριασμα
το избавление от вшей, выведение вшей

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ξεψείριασμα" в других словарях:

  • ξεψείριασμα — και ξεψείρισμα, το [ξεψειριάζω / ξεψειρίζω] απαλλαγή από τις ψείρες …   Dictionary of Greek

  • ξεψείριασμα — το, ατος απαλλαγή, καθάρισμα από τις ψείρες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αποφθειρίαση — η η απαλλαγή των ζώων και των ανθρώπων από τις ψείρες, το ξεψείριασμα …   Dictionary of Greek

  • ψείρισμα — το, Ν [ψειρίζω] 1. καθαρισμός από τις ψείρες, ξεψείριασμα 2. μτφ. σχολαστική λεπτολογία …   Dictionary of Greek

  • αποφθειρίαση — η το ξεψείριασμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψείρισμα — το, ατος η αφαίρεση των ψειρών, το ξεψείριασμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»